Η μουσική στο βιντεάκι είναι από : necroveils
---
--
-
Αίθουσα Τέχνης “Αστρολάβος δεξαμενή”,
Ξανθίππου 11, Κολωνάκι,
7 - 30 Οκτωβρίου
--
Η μουσική στο βίντεο είναι απο:
.................. NECROVEILS
Με κατακλύζουν τα orbs, έχουν μπει στο κορμί μου,
έχουν εισχωρήσει στο κεφάλι μου και μου λένε διάφορα
περίεργα πράματα !!!
Μου συνέβη ένα βράδυ του καλοκαιριού και στην αρχή
δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία.
Είχα πάει με το φίλο μου τον zoodgal εκδρομή στην
κορυφή ενός βουνού, κατασκηνώσαμε όπως είχαμε
κάνει πολλές φορές στο παρελθόν και αφεθήκαμε
να απολαμβάνουμε την μαγευτική θέα και τα
χρώματα στο σούρουπο που μας αγκάλιαζε.
Εκ των υστέρων μπορώ να πω ότι είχα ένα περίεργο
συναίσθημα, ένα προαίσθημα, αλλά εκείνη την
στιγμή νόμισα ότι ήταν απλά η εγρήγορση που σου
προκαλεί το υψόμετρο και το δέος του όλου σκηνικού.
Αφού βράδιασε για τα καλά, μαζευτήκαμε κοντά
στη σκηνή μας και ετοιμάσαμε το λιτό βραδινό μας.
Την ώρα που τελειώναμε πήρε το
μάτι μου κάτι σαν φως στα
αριστερά μου, γυρίζω αλλά
δεν βλέπω τίποτα, το ίδιο από
τα δεξιά μου, γυρίζω πάλι τίποτα. Κοιτάζω τον zoodgal
και τον βλέπω να γυρνοβολάει το κεφάλι του
και αυτός γύρω γύρω.
Πριν προλάβουμε να πούμε οτιδήποτε,
βρεθήκαμε ανάμεσα σε εκατοντάδες,
χιλιάδες, φωτεινές σφαίρες, οι οποίες
είχαν μια γλυκιά χαλαρωτική,
υπνωτική μπορώ να πω κίνηση.
Ξαφνικά άρχισα να αιωρούμαι και ένιωσα μια ακατανίκητη
επιθυμία να κολυμπήσω ύπτιο σ' αυτή την orbοθάλασσα!
Κατά ένα παράξενο τρόπο το κολύμπι μου άνοιξε την όρεξη,
(άλλωστε είχα φάει ελαφρά), και χωρίς να το
συνειδητοποιήσω, άρχισα να καταπίνω φωτεινές σφαίρες
με απεριόριστη λαιμαργία. Είχαν μια γεύση γλυκόπικρη
και πιπεράτη συγχρόνως και όσο έτρωγα τόσο ένιωθα
να γεμίζει το είναι μου με μια ανυπέρβλητη ευεξία.
λεπτά μάλλον, αν και δεν μπορώ
να πω με σιγουριά ότι είχα πλήρη
αίσθηση του χρόνου.
Τότε παρατήρησα ότι το σώμα μου, άρχισε να ακτινοβολεί
και ότι οι ακτίνες φεύγοντας από μένα, ενώνονταν με τα
δέντρα, τα φυτά, τις πέτρες και κατέληγαν σε μια
τεράστια φωτεινή σφαίρα,,, ή το φεγγάρι,,, δεν το έχω
ξεκαθαρίσει ακόμη αυτό.
Ως εκεί θυμάμαι...........
Το πρωί βρέθηκα ξαπλωμένος
γύρω στα δέκα μέτρα από την
σκηνή και πιο δίπλα μου
ήταν ο zoodgal.
Μέχρι να πλύνομε λίγο το πρόσωπό μας και να εκτελέσουμε
τις φυσικές μας ανάγκες, δεν ανταλλάξαμε κουβέντα.
δεμένο και μόνο μετά τις πρώτες
γουλιές καφέ, αρχίσαμε να
εξιστορούμε τα γεγονότα.
Καταλήξαμε στο συμπέρασμα, ότι και οι δύο είχαμε
την ίδια εμπειρία και ότι καλό θα ήτο να περιμένουμε
να κατασταλάξει το όλο θέμα μέσα μας και μετά να
προσπαθήσουμε να δώσουμε την όποια εξήγηση.
Έτσι γυρίσαμε ο καθένας σπίτι του και στην
καθημερινότητά του.
Μετά από πέντε μέρες περίπου, ενώ πήγαινα το πρωί
στη δουλειά μου, άκουσα καθαρότατα μια φωνή στο
κεφάλι μου να μου λέει: Μην πας για δουλειά.
Δεν αξίζει τον κόπο, τα χρήματα που παίρνεις δεν
αναλογούν στον κόπο που κάνεις και σε
αυτά που προσφέρεις.
Προσπάθησα να αγνοήσω αυτή την φωνή,
αλλά όσο προχώραγα προς τη δουλειά αυτή δυνάμωνε
τόσο που άρχισε να πονάει το κεφάλι μου.
Σταμάτησα λοιπόν, έκανα μεταβολή και η
φωνή σταμάτησε και αυτή.
Έκανα να ξαναγυρίσω πίσω, αλλά η φωνή επανήλθε
με διπλάσια δύναμη. Φοβήθηκα τόσο που
γύρισα σπίτι μου σχεδόν τρέχοντας.
Όλη την υπόλοιπη μέρα δεν άκουσα τίποτα.
Βέβαια νόμισα ότι ήμουν στα πρώτα στάδια της τρέλας,
και όλη την ημέρα ήμουν αγχωμένος και φοβισμένος.
Το άλλο πρωί αποφάσισα να μην το διακινδυνέψω
και να μην πάω για δουλειά πάλι.
Οπότε φτιάχνω ένα καφέ και ανοίγω την τηλεόραση.
Τότε μου συνέβη πάλι. Η φωνή μου είπε: Κλείστη,
η τηλεόραση είναι ένα μέσο χειραγώγησης, το μόνο
που κάνει είναι να προπαγανδίζει και να παπαγαλίζει
αυτά που βολεύουν την εκάστοτε εξουσία.
Όπως και την προηγούμενη μέρα έτσι και σήμερα,
η φωνή όσο πήγαινε και δυνάμωνε.
Αυτή τη φορά λοιπόν, έκλεισα την τηλεόραση αμέσως
και χωρίς δεύτερη σκέψη.
Τότε άρχισα να συνδέω για πρώτη φορά, αυτό που
μου συνέβαινε με τα γεγονότα στο βουνό.
Σκέφτηκα ότι καταπίνοντας φωτεινές σφαίρες αυτές
έκατσαν στο μυαλό μου και το διεκδικούσαν!
Η προσπάθειά μου να επικοινωνήσω με τον zoodgal
μήπως βρω μια άκρη σε όλα αυτά, πραγματικά
ήταν μάταιη. Είχε εξαφανιστεί!!
Μέχρι αυτή τη στιγμή που γράφω αυτά, δεν τον έχω βρει.
Ποιος ξέρει τι θα του είπε η φωνή και που βρίσκεται και τι κάνει.............
Η αλήθεια είναι ότι αυτό το πράμα συνεχίστηκε και τις
επόμενες μέρες για διάφορα ζητήματα.
π.χ ήθελα να πάω super market, αλλά η φωνή
μου είπε: Μην πας, μην βοηθάς τα καρτέλ και τις πολυεθνικές,
ψώνισε από την λαϊκή, από μπακάλικο, πρόσεξε
μην πάρεις μεταλλαγμένα προϊόντα.
Επίσης και ενώ βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο και
πάντα ως ευσυνείδητος και καλός πολίτης, άκουγα τις
εξαγγελίες των πολιτικών και πήγαινα την Κυριακή στην κάλπη,,,,,
τώρα η φωνή μου λέει: Μην ακούς κανένα ψεύτη,
βλέπεις καθαρά ότι σε δουλεύουν ψιλό γαζί.
Μην πας να ψηφίσεις, με αυτό τον τρόπο τους νομιμοποιείς!
Τώρα βρίσκομαι στην δέκατη έκτη μέρα μετά το γεγονός
στο βουνό, έχω συνηθίσει την φωνή και πολλές φορές νομίζω
ότι είναι δική μου, ή πραγματικά έχω αρχίσει να πιστεύω
ότι οι φωτεινές σφαίρες απλά άνοιξαν το θολωμένο μου
κεφάλι και βγήκε στην επιφάνεια ο ξεχασμένος
και αληθινός εαυτός μου.
Με κατακλύζουν τα orbs, έχουν μπει στο κορμί μου,
έχουν εισχωρήσει στο κεφάλι μου και μου λένε διάφορα
περίεργα πράματα !!!
Μου συνέβη ένα βράδυ του καλοκαιριού
και στην αρχή δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία.
---
--
-
....................................... Τέκμορας.
Ποταμός Ντούρο. Στα παλιά τα χρόνια, ξύλινα ιστιοφόρα,
οι barcos rabelos, μετέφεραν σε ξύλινα βαρέλια το
πολύτιμο ξανθό, χρυσόξανθο ή κατακόκκινο νέκταρ (κρασί)
για νακαταλήξει στις κάβες τις Vila Nova de Gaia και από εκεί
στα θορυβώδη λιμάνια της Ευρώπης. Το ταξίδι κατά μήκος του
ποταμού ήταν επικίνδυνο για τις rabelos, καθώς υπήρχαν
ρεύματα δυνατά και υπόγεια - στα νερά του ποταμού και
χάνονταν πολλές φορές τα βαρέλια με το πολύτιμο φορτίο αλλά
και ανθρώπινες ζωές.
Σήμερα, πέντε φράγματα ανέκοψαν τη θηριώδη ταχύτητά του.
Τα 850 χλμ μήκους του από την Ισπανία μέχρι τον Ατλαντικό
κυλούν αργά και νωχελικά ανάμεσα στις quintas - τους αμπελώνες.
Το porto , σήμερα μεταφέρεται στις κάβες με πιο σύγχρονα μέσα.
Όμως το ποτάμι εξακολουθεί να αποτελεί σύμβολο δύναμης και ευρωστίας
όπως άλλωστε φανερώνει και το όνομά του (Ντούρο=χρυσάφι).
Στα περίχωρα της Λισαβόνας, πάνω από τα παγωμένα,
ορμητικά νερά του Ατλαντικού συναντά κανείς το
βράχο Αζένιας του Μαρ με το γραφικό χωριό
γατζωμένο πάνω του.
Στάση λεωφορείου στο Μονσάντου. Το 1938 ψηφίστηκε
ως το πιο παραδοσιακό χωριό της Πορτογαλίας.
Τα σπίτια του κατασκευασμένα εξ ολοκλήρου από
γρανίτη ενώ μικρά, δαιδαλώδη σοκάκια διασχίζουν
τους γκρίζους βράχους που είναι διάσπαρτοι στο χωριό,
σα μνημειώδη μεγαλιθικά κατάλοιπα του παρελθόντος.....
Το μεσαιωνικό ορεινό χωριό Ούμπιντους με τα ασβεστωμένα
σπίτια του και τις απλές κεραμοσκεπές του, περικλείεται
από τα τείχη του 14ου αιώνα. Στο χωριό παντού είναι
φυτεμένες ελιές και βοκαμβίλιες παρέχοντας ευχάριστη
δροσιά στον κουρασμένο από την κάψα του
καλοκαιριού ταξιδιώτη.....
αναγούλας, ήταν που όλο το βράδυ, άκουγα
τον ήχο του λεωφορείου να αγκομαχάει μέσα
στα σωθικά μου.
Ξέρναγε την εξάτμιση στο μυαλό μου και προφανώς
ο εγκέφαλός μου, για να αποφύγει την πλήρη
εξάλειψή του, άρχισε να δημιουργεί αχαλίνωτα
όνειρα με θέματα παρμένα από θρίλερ που έχω
δει την τελευταία δεκαετία.
Με το σκέτο καφέ έκανα δυο τσιγάρα, η γεύση
που μου απόμεινε, έμοιαζε με την αίσθηση που
έχει κάποιος όταν καταλαβαίνει ότι τον χρησιμοποίησαν
και τον πέταξαν σαν στημένη λεμονόκουπα.
Έβαλα στα αυτιά μου το mp3 με δυνατό metal
και κατέβηκα να πιάσω τη μέρα από τα μαλλιά
-που λένε - , βέβαια όσες φορές και αν το προσπάθησα
αυτό διαπίστωσα ότι η μέρα ήταν καραφλή.
Παρόλα αυτά είπα : μην είσαι αρνητικός, το σύμπαν σου
οφείλει, όλα θα πάνε καλά σήμερα.
Περπατώντας τη λεωφόρο προσπάθησα να γευτώ τον ήλιο
και να μυρίσω την καλοκαιρινή μέρα που μόλις άρχιζε.
Οι διάφοροι καταστηματάρχες είχαν ξυπνήσει προ πολλού
και σφουγγάριζαν τα μαγαζιά τους, άδειαζαν τα απόνερα
στα πεζοδρόμια και προσπαθώντας να μην μπει νερό στα
σανδάλια που φορούσα, άρχισα να περπατάω στο πλάι του
δρόμου, τα φορτηγά όμως και τα αυτοκίνητα είχαν
άλλη άποψη, περνούσαν τόσο δίπλα μου που στην ουσία
το μόνο που κατάφερνα ήταν να σκουπίζω με την
μπλούζα μου, την σκόνη από τους προφυλακτήρες τους.
Συνάμα η ώρα περνούσε και ο καλοκαιρινός ήλιος άρχισε
να δείχνει τα δόντια του. Η ζέστη άρχισε να γίνεται
αποπνικτική και ενώ ο ιδρώτας κυλούσε και μούσκευε
τα ρούχα μου, σκεφτόμουν ότι τελικά είχε φθάσει
το πλήρωμα του χρόνου.
Όχι, δεν θα πήγαινα σήμερα στη δουλειά, θα έκανα πράξη
αυτό που από καιρό ετοίμαζα........
Το ετοίμαζα μέσα στο μυαλό μου, είχα οργανώσει όλα
τα διαδικαστικά, πως, που, τι... ,αλλά είχα κάνει και τις
απαραίτητες οικονομίες για να το πραγματοποιήσω
Βέβαια όπως όλες τις φορές στο παρελθόν που αυτή
η σπίθα προσπαθούσε να γίνει φλόγα, άρχισε να
με κατατρώει η αμφιβολία, άραγε θα τα καταφέρω;
Είναι σωστό; Τι θα πει ο κόσμος;
Κατέβαλα όμως κάθε ύστατη δύναμη που μου είχε απομείνει
και κίνησα για το σταθμό του μετρό.
Ξαφνικά όλα μου φαίνονταν πιο ωραία, ναι, τώρα ήμουν
δυνατός, ναι, θα το έκανα!
Οι άνθρωποι γύρω μου, παρά τη γνώριμη συνήθειά τους
να είναι απόμακροι και αυθάδεις, μου φάνηκαν
περίεργα ευγενικοί, χαρούμενοι και καλοσυνάτοι.
Ένα απρόσμενο κύμα αισιοδοξίας άρχισε να
κατακλύζει το είναι μου.
Είναι φανερό είπα μέσα μου, σήμερα είναι η ''μέρα''.
Όταν έφτασε το τρένο, παραδόξως δεν στριμώχτηκα
σαν σαρδέλα στο βαγόνι, ο κλιματισμός λειτουργούσε
και ε! πια! Είχε και ελεύθερη θέση να κάτσω!
Όση ώρα είχα στη διάθεσή μου μέχρι να φτάσω
στο προορισμό μου, αναμάσησα και τις τελευταίες
λεπτομέρειες του σχεδίου μου.
Κατέβηκα Μοναστηράκι και κίνησα για τα Αναφιώτικα
ποδαράτο πάλι, παρόλο που η ώρα είχε περάσει δεν
μπορώ να πω ότι με ενοχλούσε ο ήλιος η ζέστη
ή οτιδήποτε άλλο.
Στόχος μου ήταν ένα μαγαζάκι κάτω από τον
ίσκιο της ακρόπολης.
Πριν την στροφή όπου και ήξερα ότι θα ξεπρόβαλε,
η καρδιά μου άρχισε να παθαίνει κρίσεις πανικού,
προλαβαίνω να γυρίσω πίσω σκέφθηκα, αλλά η
άκρη του ματιού μου είχε ήδη δει τα πρώτα τραπέζια.
Ήταν αργά πλέον και το πήρα απόφαση, ή σήμερα ή ποτέ.
Προχωρώντας δειλά στην αρχή, αλλά με όλο και πιο
σταθερό βήμα στη συνέχεια έφτασα και
στρογγυλοκάθισα στο καλύτερο τραπέζι του
μαγαζιού που έμοιαζε να με περιμένει.
Όταν ήρθε η κοπέλα για παραγγελία
της είπα με σοβαρό ύφος: ένα φραπέ σκέτο με γάλα.
-
-